Κόρη, εσύ που περπατάς στο δρόμο σου μονάχη,
και που βροχή τα βλέμματα επάνωθέ σου πέφτουν,
πρόσεξε… χίλια θα σου πουν λόγια ερωτευμένα.
Θα σε ποθήσουν και θερμά θα σε παρακαλέσουν
να τους χαρ΄σης μοναχά ένα γλυκό σου βλέμμα
…………….
Μα συ αλύγιστη. Ψηλά σήκω το μέτωπό σου
και τράβηξε το δρόμο σου χωρίς να τους ακούσης.
Χωρίς να δώσεις αφορμή πως δύσκολα θα πέσης.
Ούτε και λόγια δίγνωμα να αφήσης να σου φύγουν,
γιατί στα δίχτυα όταν βρεθείς, σαν ψάρι θε να μπλέξης
…………………
Μες στην ζωή σου πάλλεψε σκληρά και θα νικήσης.
Μπορεί να γεννηθής φτωχειά ή πάλι να χτυπήση,
μοίρα σκληρή το πατρικό με όλους τους δικούς σου.
Να πάρει απ’ τα μάτια σου το γέλιο, τη λαμπάδα
και σένα και δισάρφανη κι έρημη να σ’ αφήση
…………….
Και τότε…. μην απελπιστής, σήκω ψηλά τα μάτια.
Γοονάτισε, ικέτευσε, και κάνε το σταυρό σου,
κι η πληρωμή σου θε να ρθή απ’ τα ουράνια πλάτια,
παρηγορήτρα, δυνατή τους πόνους ν’ απαλύνη,
και να γεμίση και χαρά το έρμο ριζικό σου.
…………………
Μπορεί στο δρόμο σου πολλά κόρη να συναντήσεις.
Η πονεμένη σου καρδιά μπορεί και να δειλιάση,
Σφίξε όμως το στήθος σου, ώρθωσε το κορμί σου,
δώσε κουράγιο στην ψυχή, θάρρος στα βήματά σου,
μα παν όλα κράτησε άθικτη την τιμή σου.
………………
Και θάρθει αυτός που συμπονά, που ξέρ’ από ορφάνεια,
μ’ ενα γλυκό χαμόγελο το μπράτσο του να πιάση,
να σε κρατήση στοργικά, μέσα στην αγκαλιά του,
να φέρ’ αστείρευτη χαρά, στα μάτια σου σαν πρώτα,
και να σε κάνει αληθινά, τέλεια Βασίλισσά του.
Αντώνης Ξεπαπαδάκης